Η παρωδία, σε όποια τέχνη, είναι ξεχωριστό και σημαίνον καλλιτεχνικό μόρφωμα και χωρίς αμφιβολία απαιτεί και ειδικό ταλέντο και βαθιά γνώση όλων των καλλιτεχνικών ιδιωμάτων. Παρωδίες υπάρχουν στην ποίηση, στην πεζογραφία, στον χορό, στη μουσική και στο θέατρο. Θα αναφερθώ σε μερικά παραδείγματα πριν περιοριστώ σε μια παρωδία που εκτελείται με επιτυχία τώρα στην Αθήνα.
Για πολλά χρόνια οι ειδικοί ομηρολόγοι βρίσκονταν σε αμηχανία μπροστά σ' ένα επικό κατασκεύασμα που είχε όλα τα γνωρίσματα της ομηρικής γλώσσας και του επικού ύφους του μεγάλου εκείνου ποιητή. Πρόκειται για τη «Βατραχομυομαχία». Επος ή καλύτερα επύλλιον επτακοσίων περίπου στίχων γραμμένο στον αθάνατο δακτυλικό εξάμετρο, με λεξιλόγιο που κάθε λέξη του απαντάται στα ομηρικά λεξικά. Το ύφος και η περιγραφική δεινότητα του έργου αυτού απηχούν το ύφος και το ήθος πολεμικών σκηνών από την «Ιλιάδα», ερωτικές μονομαχίες και υψηλού επιπέδου ρητορικά επιτεύγματα. Η διαφορά με το αθάνατο έπος είναι πως οι μάχες, οι απειλές στην «αγορά λαού» των ηγετών των στρατευμάτων γίνονται μεταξύ βατράχων και ποντικών και πεδίο μάχης το υγρό στοιχείο, όπου ο αφελής ποντικός μετά από σύναψη συνθήκης ειρήνης εμπιστεύεται τον αμφίβιο βάτραχο και δέχεται να διασχίσουν τα ύδατα στην πλάτη του κολυμβητή, με αποτέλεσμα στη μέση της πορείας ο πονηρός Οδυσσέας-βάτραχος να ανατρέψει τον αναβάτη του και τα παρατεταγμένα στις όχθες πλήθη των υπηκόων τα μεν να θρηνούν τον πνιγμό του ηγέτη και τα δε να ζητωκραυγάζουν τον δόλο και την απάτη του πολυτρόπου στρατηγού. Σήμερα για λόγους που τώρα παρέλκει να αναπτυχθούν γνωρίζουμε πως η «Βατραχομυομαχία» είναι παρωδία πιθανόν αλεξανδρινού μιμητή του ομηρικού ιδιώματος.
Η καρικατούρα, χαλκογραφία, χαρακτικό σε ξύλο, αλλά και η γελοιογραφία είναι είδος παρωδιακό, όταν μάλιστα συχνά εξογκώνει, γελοιοποιεί, παραλλάσσει γνωστούς κλασικούς πίνακες ή ακόμη πιο πασίγνωστες προσωπογραφίες.
Ο Νταλί μάλιστα με τρόπο ιδιοφυή έχει πλάσει με γύψο αντίγραφο της Αφροδίτης της Μήλου και στους μαστούς, στην κοιλιά και στο αιδοίο έχει τοποθετήσει συρταράκια, δίκην σεκρετέρ! Δεν είναι λίγες οι γελοιογραφικές παρωδίες της Μόνα Λίζα.
Ο μεγάλος ρώσος συνθέτης Σίνκε έχει γράψει μια σειρά μουσικές καρικατούρες-παρωδίες, σκίτσα με νότες για όλα τα πρόσωπα της αριστουργηματικής σάτιρας του Γκόγκολ «Επιθεωρητής».
Στο θέατρο ο Αριστοφάνης με τις παρατραγωδίες του μας άφησε έξοχα μνημεία παρωδιακού ύφους. Κυρίως μιμείται τον Ευριπίδη παραποιώντας το ύφος και τη διάνοια ολόκληρων σκηνών των τραγωδιών του. Σε μερικά έργα, όπως στις «Θεσμοφοριάζουσες» όπου υπάρχει παρωδία της σκηνής της αναγνώρισης της «Ελένης» που μας σώζεται, διαπιστώνουμε πως οι μισοί στίχοι είναι αυτούσιος Ευριπίδης.
Ο Μπρεχτ ήταν μάστορας στην ιδιοποίηση ξένων έργων και πλοκών. Αλλά στην «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων» παρωδείται η «Παρθένα της Ορλεάνης» του Σίλερ με το να μετατεθεί η υπόθεση στα σφαγεία του Σικάγου και στη μαφία του κρέατος και η Αγία Ιωάννα μεταμφιέζεται σε κοριτσάκι του Στρατού της Σωτηρίας!
Είναι γνωστό και με είχε και πρόσφατα απασχολήσει, με την ευκαιρία της σύνθεσης του Σταμάτη Φασουλή με τους «Σκηνοβάτες» στην Επίδαυρο, πως στην αρχαιότητα και στα μετακλασικά κυρίως χρόνια οργίαζαν οι παρωδίες με το όνομα φλύακες πάνω σε γνωστά θέματα και ύφη των μεγάλων τραγικών ποιητών.
Ενας φλύακας στην ελισαβετιανή εποχή ήταν η παρέμβλητη σκηνή των μαστόρων στο «Ονειρο καλοκαιριάτικης νύχτας» του Σαίξπηρ, όπου ερασιτέχνες γελοιοποιούν το μελόδραμα «Τύραννος και Θύσβη».
Ολη αυτή η εισαγωγή για να εντοπίσω έξοχα δείγματα παρωδίας στο έργο «Σιγά τα αίματα», μια σύγχρονη παρωδία-καρικατούρα της αισχυλικής «Ορέστειας» που παίζεται με μορφή μουσικής σάτιρας στο θέατρο Μουσική Σκηνή της Αθηναΐδος από τη Σπείρα Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη. Είναι ένα κείμενο του Ακη Δήμου, που πρόσφατα, χωρίς να έχει άμεση αναφορά στην τριλογία, μας έδωσε τη μεγάλη σατιρική κωμωδία «Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης». Πιθανόν ο συνειρμός τον οδήγησε να γράψει την παρωδία του• εξάλλου και η σάτιρά του, που ανέφερα, ήταν μια τελείως σύγχρονη παρωδία μιας «χαλασμένης» οικογένειας τύπου Λαϊδών και Ατρειδών.
Στο «Σιγά τα αίματα» η αναφορά είναι ευθεία, στη σκηνή κυκλοφορούν γελοιογραφίες του Αγαμέμνονα, της Κλυταιμνήστρας, της Ελένης, της Ιφιγένειας, του Ορέστη, του Πυλάδη, του Αίγισθου. Με ευτυχείς εν πολλοίς ταυτίσεις με σύγχρονα πρόσωπα, πάθη, διαπλοκές, δόλους και παρεξηγήσεις.
Το έργο, όπως προείπα, είναι μουσική κωμωδία. Εξάλλου η όλη σύνθεση του θιάσου είναι κατά πλειοψηφία τα έμπειρα στελέχη του επιτυχούς συνεταιρισμού Σπείρα Σπείρα. Κυριαρχεί η μουσική ιδιοφυΐα του Σταμάτη Κραουνάκη, αυτής της αστείρευτης πηγής μιας αδιανόητης ποικιλίας ρυθμών, μελωδιών και ιδιωμάτων. Ο Κραουνάκης απ' όλους τους σύγχρονους συνθέτες μας έχει το πιο ανεπτυγμένο σύνδρομο της μουσικής παρωδίας. Δεν είναι ό,τι λέμε συνήθως μίμηση στυλ. Αυτό είναι άλλο, αξιόλογο εν τούτοις, είδος. Ο Κραουνάκης μέσω του μιμήματος σχολιάζει, σαρκάζει, χλευάζει, αλλά και αναπολεί, νοσταλγεί, επιστρέφει στις ρίζες και θαυμάζει. Γιατί, χωρίς αμφιβολία, η παρωδία είναι απαιτητικό είδος. Πρέπει να βρεις το κουμπί, τον πυρήνα του παρωδούμενου, να το εξογκώσεις, να το αδειάσεις από περιττά, να το γυμνώσεις και να το δείξεις αμήχανο και εκτεθειμένο. Ασε που πρέπει να το προσεγγίσεις με τα δομικά, τα μετρικά και τα υφολογικά του συμφραζόμενα.
Οποιος φτάσει στην Αθηναΐδα δεν χρειάζεται να ξέρει Αισχύλο και «Ορέστεια», τα παρωδούμενα είναι προϊόντα σχεδόν λαϊκού μύθου και μας «ταιριάζουν» κουτί.
Σκοπός μου σε αυτό το κείμενο δεν ήταν η κριτική μιας παράστασης, αλλά το είδος μιας παραγωγής και η ιστορία του. Εξάλλου τι να ξεχωρίσω σε μια γνωστή συντεχνία μουσικών εκτελεστών όπου το μόνο και άξιο που έχεις να αναγνωρίσεις είναι το πάθος με το οποίο υπηρετούν το είδος και η αφοσίωση στις απαιτήσεις του ύφους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου